όρεγκον

όρεγκον
(Oregon). Ομόσπονδη Πολιτεία (251.180 τ. χλμ., 2.842.321 κατ.) των βορειοδυτικών ΗΠΑ. Πρωτεύουσα είναι το Σάλεμ (107.786 κάτ.), βιομηχανικό κέντρο στη δεξιά όχθη του Ουϊλάμητ. Βρέχεται από τον Ειρηνικό ωκεανό στα Δ και συνορεύει με τις ομόσπονδες Πολιτείες Ουάσινγκτον στα Β, Άινταχο στα Α, Νεβάδα και Καλιφόρνια στα Ν. Στο έδαφος του Ό., που διαιρείται σε δυο άνισα τμήματα από την οροσειρά Κασκαίηντ, πίσω από τη στενή παραθαλάσσια πεδινή ή ελαφρά κυματοειδή παρυφή, υψώνονται οι λόφοι της Παραθαλάσσιας Οροσειράς (Coast Range), την οποία διαδέχεται στα Α, ένα μακρό και χαμηλό βαθύπεδο, που διαρρέεται για μικρό τμήμα από τον Κολούμπια και κατά μεγάλο μέρος από τον Ουιλάμητ, αριστερό παραπόταμό του. Η κοιλάδα αυτή, τεκτονικής προέλευσης, κλείνεται στα Α από την ψηλή (Όρος Χουντ, 3.427 μ.) οροσειρά Κασκαίηντ (Cascade Range), η οποία προχωρεί σχεδόν παράλληλα προς την Παραθαλάσσια Οροσειρά με την οποία τείνει να συγχωνευθεί στο νότιο τμήμα της Πολιτείας. Τα υψίπεδα αποτελούν μέρος της Μεγάλης Λεκάνης ή του υψιπέδου του Κολούμπια, κατά το μεγαλύτερο μέρος αρροϊκού ή ενδορροϊκού, ιδιαίτερα στα κεντρικά και νότια τμήματα της Πολιτείας, όπου βρίσκονται διάφορες λιμναίες λεκάνες χωρίς διέξοδο στη θάλασσα, όπως η Κλάμαθ, η Μαλέρ, η Σάμμερ, η Άμπερτ και η Γκουζ. Στο Ό. το υψίπεδο του Κολούμπια διασχίζεται από ορεινές αλυσίδες όπως τα Κυανά Όρη (Blue Mountains) και το όρος Ουαλλόουα και διαρρέεται στα βόρεια και ανατολικά τμήματα από μακρούς ποταμούς, όπως ο Ντέσυτ και ο Τζων Νταίυ, παραπόταμοι του Κολούμπια, ο Μαλέρ και ο Οουαϊχή, παραπόταμοι του ποταμού Σναίηκ. Το κλίμα, εύκρατο παραθαλάσσιο στα Δ της οροσειράς Κασκαίηντ, με όχι έντονες θερμικές διακυμάνσεις και άφθονες βροχοπτώσεις, είναι τυπικά ηπειρωτικό, στο υψίπεδο του Κολούμπια, με ψυχρούς χειμώνες, καλοκαίρια σχετικά θερμά και βροχοπτώσεις, που περιλαμβάνονται μεταξύ 250 και 500 χλστ. Η οικονομία του Ό. βασίζεται στην εκμετάλλευση των δασών, στην κτηνοτροφία και στη γεωργία (δημητριακά, κηπευτικά, φρούτα, λινάρι, πατάτες). Η βιομηχανία, που ευνοείται από άφθονη υδροηλεκτρική ενέργεια, περιλαμβάνει την κατεργασία του ξύλου και των γεωργικών και ζωοκομικών προϊόντων. Σημαντικότερη πόλη είναι το Πόρτλαντ. Άλλα μεγαλύτερα κέντρα είναι οι πόλεις Ώλμπανυ, Κόρβαλλις, Γιούτζιν, Σπρίνγκφηλντ, στην κοιλάδα του Ουιλάμητ, Μέντφορντ και η Κλάμαθ Φωλς, στις λεκάνες, αντίστοιχα, του Ρογκ και του Κλάμαθ. Το Ό. που αποικίστηκε από το 1811, συγκυβερνήθηκε από τις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία από το 1818 έως το 1846, έγινε Έδαφος το 1848 και Ομόσπονδη Πολιτεία το 1859. Όρεγκον. Φράγμα στον ποταμό Κολούμπια. Η αφθονία των πηγών υδροηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί κίνητρο για τη βιομηχανική ανάπτυξη της Πολιτείας, η οικονομία της οποίας εξακολουθεί να βασίζεται στη γεωργία, στην κτηνοτροφία και στην εκμετάλλευση των δασών.
* * *
το
είδος ακριβού ξύλου ανοιχτού χρώματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. Oregon < Oregon, Πολιτεία στα βορειοδυτικά τών Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Καναδάς — I Επίσημη ονομασία: Καναδάς Έκταση: 9.970.610 τ. χλμ. Πληθυσμός: 30.007.094 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Οτάβα (827.898 κάτ. το 2001)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Ν με τις ΗΠΑ και στα Δ με την πολιτεία Αλάσκα των ΗΠΑ. Βρέχεται στα Β από… …   Dictionary of Greek

  • Βορειοαμερικανικές Κορδιλιέρες — Ο όρος κορδιλιέρα, που χρησιμοποιείται γενικά για να χαρακτηρίσει μακρές οροσειρές παράλληλες μεταξύ τους, χρησιμοποιείται στη Βόρεια Αμερική για ολόκληρη την ορεινή περιοχή που ορίζεται από τις οροσειρές της Αλάσκα, των Βραχωδών Ορέων και της… …   Dictionary of Greek

  • Ουάσινγκτον — I (Washington). Πόλη (617000 κάτ. αλλά περισσότεροι από 3 700 000 στο πολεοδομικό συγκρότημα), πρωτεύουσα των Ηνωμένων Πολιτειών. Βρίσκεται στο Διαμέρισμα Κολούμπια, ένα μικρό ομοσπονδιακό έδαφος (174 τ. χλμ.), στη συμβολή του Ανακόστια με τον… …   Dictionary of Greek

  • Πόλινγκ, Λάινους Καρλ — (Linus Carl Pauling, Πόρτλαντ, Όρεγκον 1901 –). Αμερικανός χημικός Μετά τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Όρεγκον, συνέχισε στο Μόναχο, στη Ζυρίχη και στην Κοπεγχάγη. Από το 1931 υπήρξε καθηγητής στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνιας,… …   Dictionary of Greek

  • λίμνη — Φυσική κοιλότητα (λεκάνη) της επιφάνειας της Γης, γεμάτη γλυκό ή υφάλμυρο νερό. Όταν μια λ. έχει δημιουργηθεί από την τεχνητή απόφραξη μιας κοιλάδας με φράγμα, τότε ονομάζεται τεχνητή λ. Τα περισσότερα χαρακτηριστικά των λ. (βάθος, αλμυρότητα… …   Dictionary of Greek

  • Αλάσκα — (Alaska). Χερσόνησος της Bόρειας Αμερικής, που εκτείνεται προς τη βορειοανατολική Ασία, από την οποία τη χωρίζει ο πορθμός του Μπέρινγκ (ή Βερίγγειος). Μαζί με τις Αλεούτες νήσους αποτελεί πολιτεία (1.477.268 τ. χλμ., 634.892 κάτ. το 2001) των… …   Dictionary of Greek

  • Βίμαν, Καρλ — (Carl Wieman, Όρεγκον, ΗΠΑ 1951 –). Αμερικανός φυσικός. Έλαβε το διδακτορικό του στο πανεπιστήμιο Στάνφορντ το 1987 και ονομάστηκε διδάκτορας επιστημών στο πανεπιστήμιο του Σικάγο το 1997. Από το 1987 είναι καθηγητής φυσικής στο πανεπιστήμιο του… …   Dictionary of Greek

  • Γάνδη — (γαλλ. Gand, φλαμ. Gent). Πόλη (224.180 κάτ. το 2000) του βορειοδυτικού Βελγίου, πρωτεύουσα της περιφέρειας της Ανατολικής Φλάνδρας, στη συμβολή των ποταμών Λις και Σκάλδη. Το παλαιότερο τμήμα της πόλης (της εποχής του Μεσαίωνα και της… …   Dictionary of Greek

  • γαρνιερίτης — Ορυκτό ένυδρο πυριτικό άλας μαγνησίου και νικελίου του τύπου (Ni, Mg)6 [(ΟΗ)6Si4Ο11]–Η2Ο. Κρυσταλλώνεται στο μονοκλινές σύστημα και τα περισσότερα κοιτάσματά του έχουν σχηματιστεί από επάλληλα λεπτά φύλλα, παρουσιάζοντας φυλλώδη υφή. Έχει χρώμα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”